20081111

ντιπ για ντιπ / deep yeah deep

.


Σε λίγες μέρες θα έχω τελειώσει. Δεν κράτησε πολύ, μια βδομάδα τώρα, λίγες μέρες ακόμα, αλλά μου φαίνεται ατελείωτο. Είχα καιρό να το κάνω -με όρεξη, να ζοριστώ για κάτι τόσο -με όρεξη. Χαζομάρα? Ναι. Οργανωμένη? Ναι. Έκλεψα και για λίγο το καλό το λάπτοπ, το γέμισα μουσική, και παντού γύρω σημειώσεις, σημειωσούλες, βιβλία, βιβλία, βιβλία, ρε που τα βρήκα όλα αυτά. Σα ζόμπυ μέσα στη νύχτα, μετά τη δουλειά, ακόμη και στη δουλειά. Με βλέπουν να κουβαλάω βιβλία, σημειώσεις, να γράφω, να γράφω, και θα νομίζουν ότι είναι υπερβάλλων ζήλος. Χάρτες. Πολλοί χάρτες. Φέρτους και αυτούς. Φωτογραφίες, φωτογραφίες, ρε κοίτα να δεις και φωτογραφίες. Γράφω δυό αράδες και είναι τόσο ωραία διατυπωμένο αυτό που ήθελα να πω -και μάλιστα στα ελληνικά!- που χαμογελάω περήφανα. Γράφω δύο ακόμα και χαμογελώ γιατί ξέρω τα άτομα που θα το διαβάσουν μετά από μένα και τους ξέρω καλά. Ξέρω σε ποιό σημείο θα απορήσουν, σε ποιό θα σκεφτούν 'μα τι γράφει τώρα?'. Δεν ξέρω πότε θα πουν 'α, λοιπόν, έχω μια ιδέα'. Εκεί είναι που χαμογελάς περισσότερο και τους χαίρεσαι που α, έχουν μια ιδέα. Κολλάω. Κολλάω άσχημα για πολύ ώρα και είμαι με σκυμμένο το κεφάλι μπροστά στη οθόνη, σιγομουρμουρίζω το τραγούδι που ακούγεται. Πώς πας από εδώ λίγο πιο κάτω? Χτυπάει το τηλέφωνο, 'εξαφανίστηκες πάλι', 'άσε έμπλεξα, έλα από εδώ για καμιά μπίρα'.


Ρίχνω κλεφτές ματιές στον καινούριο πίνακα. Παιδικό πρόσωπο, μεγάλα μάτια, πεθαμενίτζιδικα χρώματα. Γουστάρω κι ας είναι μπανάλ. Όταν πήγα να πάρω χρώματα, ο κυριούλης με ρώτησε αν έχω ασχοληθεί με αγιογραφία. 'Dude, do I look like the type...', σκέφτηκα. Όχι, του είπα. Και η αλήθεια είναι ότι ναι, έτυχε να ασχοληθώ. Λάδι ξέχασα να αγοράσω. Sms στον Α. 'Ελαιόλαδο κάνει?' 'Μόνο έξτρα παρθένο', η απάντηση. Χαμογελώντας ανοίγω ένα δώρο που μου είχαν φέρει, σιτσιλιάνικο ελαιόλαδο και έτσι και μάλιστα βιολογικό. Έρχεται δεύτερο sms, 'Αλλά θα κάνει μήνες να σου στεγνώσει'. Τέλεια. Τηλέφωνο..."Πόσους μήνες? Ποιά η διαφορά με τα άλλα λάδια? Στεγνωτικό κάνει ή σκάει? Πως απλώνεται? Τί διαφορά έχει αυτό το άσπρο από το άλλο". Καμιά ώρα μετά, είχα κάνει μάθημα στην ελαιογραφία (?) και είχα αποφασίσει ότι καλά είναι να πας καμιά Καλών Τεχνών αν θες να ασχοληθείς σοβαρά, κι ας είναι ότι να 'ναι κι αυτές, ή τέλοσπαντων θες ρε παιδί μου να έχεις ένα χόμπυ και καλά, πάρε ακουαρέλες, ξύλινα μολύβια, καμιά πλαστελίνη στην τελική να τη ζουλάς και να χαίρεσαι. Είναι ο Α. σε ένα μαγαζί έξω και έρχεται ο ηλίθιος ο βλαμμένος ο κάγκουρας "Εσύ με τι ασχολείσαι?" "Ζωγράφος είμαι." "Και τι πάει να πει ρε συ ζωγράφος?", απαντάει ειρωνικά αυτός. "Τί να σου πω, πήγαινε ξανά νηπιαγωγείο να μάθεις τα επαγγέλματα από την αρχή." Κουνάει το κεφάλι ο κάγκουρας και λέει αυτό που από την αρχή ήθελε να πει.. "Δηλαδή τρως τα λεφτά του μπαμπά?" "Εσύ καλύτερα που τρως τα λεφτά της γκόμενας?". Και σε αυτές τις περιπτώσεις την κάνεις, ειδικά αν έχεις πει μια μεγάλη αλήθεια.


Ουφ.

Πώς ξανασυγκεντρώνεσαι σε αυτό που έχεις μπροστά σου? Ξαναχαζεύω το λαπτοπ. Κι αν είναι μάταιο, είναι. Γιατί όλα αυτά? Δεν θα βγεί τίποτα έτσι κι αλλιώς, αυτό το ξέραμε. Τηλέφωνο πάλι. 'Απλά, ξέρεις, έχω απογοητευτεί. Όχι, όχι γιατί δεν προχωράει. Αλλά να, νοιώθω σαν τον μαλάκα που κάνει -πάλι- όλη τη δουλειά.' 'Ήθελες όμως να το κάνεις. Για σένα.' Ε, αυτό για μια στιγμή το είχα ξεχάσει. Άσχετο. Όταν σας πήγα ως εκεί που σας άφησα, αλήθεια είπα. Για μένα το έκανα, δεν ήταν ευγένεια. Δεν παύει όμως να είναι και κρίμα που σας άφησα εκεί. Ακόμη περισσότερο, που όταν κάνω κάτι για μένα, θέλω καλή παρέα ή καθόλου παρέα. Μετά πήγα πιο πέρα. Προς την άλλη γέφυρα. Κάτω διαλυόταν το σύννεφο, επάνω φαινόταν υπέροχα, σας ζήλεψα. Και ήμουν όλη μέρα έξω. Όταν τελείωσα σουρούπωνε ήδη, ξανακατέβηκα στην όχθη από την άλλη μεριά, ένα φανταστικό τοπίο μπροστά μου. Και έτσι άρχισε η επόμενη βδομάδα που περιγράφω επάνω. Και δεν τελειώνει, δεν τελειώνει λέμε, ακόμη κρατάει.


Στο τέλος της,
χρωστάω μπίρες, και μπορεί να σας πω γιατί έπρεπε να πάω ως εκεί Κυριακή πρωί και να (ξανα)δώ από κοντά, αυτό που μια βδομάδα+ με έχει κρατήσει άυπνη, ενθουσιασμένη και με τα νεύρα σπασμένα. Αν και στην τελική, τίποτα δεν έχει σημασία. Αρκεί να το κάνεις. Και όπως το έκανες. Για σένα και μόνο.

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

και που λες συντρόφισσα, η κάθε πλευρά της γέφυρας μοιάζει διαφορετική, από τη μια νομίζεις πως τρέχεις με τα χίλια κι από την άλλη ο χρόνος σταματά, blank την ώρα που τη διασχίζεις, είσαι σ' ένα κύμα-κάτι που σε πάει (ή σε σπάει) από την μια πλευρά στην άλλη... τώρα μπορείς να αναρωτηθείς ή να σκεφτείς ή να ρίξεις καντήλια αλλά να σταματήσεις αποκλείεται, απλά πηγαίνεις, σχεδόν αφήνεσαι αλλά "σχεδόν"... γιατί το "σχεδόν" σ' αφήνει -σχεδόν πάντα- να ξαναβγάζεις τους χάρτες, να ξανασχεδιάζεις πίνακες, να ξανατραβάς φωτογραφίες και να ξαναρίχνεις καμιά δεκαριά χιλιάδες καγκουρο-κάντηλα ακόμα, περιμένοντας τη στιγμή να ξαναπεράσεις την ίδια γέφυρα ακόμα μια φορά...

ΥΓ: The human mind is like a TV set. When it goes blank, it's a good idea to turn off the sound.

fieryfairy είπε...

δε με λες, η φώτο είναι της λίμνης μας; Από τις καλύτερες που έχω δει.
Καλή συνέχεια με το πρότζεκτ, τρολάκι.

VAD είπε...

Παραλλαγή:Τα γκαβά τα π'λιά τα φκιάν' η θιός φουλιά!

Καλησπέρα....μακρινή....

trol είπε...

@super kagouras

έτσι έτσι,
is a state of mind,
και το κάνεις ότι θες

θκός μας έγινες/ήσουν :)

noise no more


@φίρι φέρι

ναι η θκιά μας λίμνη είναι,
έχει και κάτι άλλες ωραίες στο photo-estiasis :)
project τέλος phewww eh

@vad

σωστότατη η παραλλαγή!!
μη σε πω και πιο αληθινή!!
και συ θκός μας

α ρε
πόσα γκαβά πλιά, πε με πόσα!

VAD είπε...

Από γκαβά π'λιά δόξα τω θεώ!
Σοβαρά η γέφυρα στα Σέρβια είναι;Βάλε και μια από Σαββατοκύριακο με τους ψαράδες και τις πετονιές τους!
Σιούρδος εγώ; :))))