20070928

urban shite

Φιλοξενείται και γράφει ο Θ., που διάβασε το προηγούμενο ποστ. Tα σχόλια μου later, μπορεί και άχρηστα, αλλά πολύ σύντομα να πω, ....ανατρίχιασα (με-ευχάριστο-τρόπο). Όλα τα λεφτά, my vriend.

@ROTOWN, photo by bang phan

Μου πήρε κοντά έξι χρόνια να το ανακαλύψω. Ένα μπαράκι στο κέντρο της πόλης, σε μία οδό ταχείας κυκλοφορίας με αριστερά και δεξιά κωλόμπαρα. Ανάμεσα από δύο τέτοια κωλόμπαρα και απέναντι από ένα αιγυπτιακό φαστφουντάδικο βρίσκεται το Dizzy. Ένα μικρό και άθλιο μπαρ που κάθε Τρίτη φέρνει jazz bands από όλο τον κόσμο. Δεν είμαι ιδιαίτερος φαν της jazz, αλλά η συγκεκριμένη jazz στο συγκεκριμένο Dizzy σε κάνει να γουστάρεις ρε παιδί μου. Κολλάει το παπούτσι στο πάτωμα από τις μπύρες, κολλάνε τα ρούχα από τον ιδρώτα, βρωμάνε τα μαλλιά από τα τσιγάρα a la Hollandaise και μη και γενικότερα γουστάρεις.


Μου πήρε κοντά τρία χρόνια να το ανακαλύψω. Ένα μπαράκι στο κέντρο της πόλης, σε μια οδό γεμάτη από
second-hand δισκάδικα, δύο πανάκριβες μπουτίκ και πολλά αφρικάνικα παντοπωλεία. Λίγο πιο πέρα από άλλα δύο μπαράκια που γεμίζουν μόνο αφού έχει γεμίσει αυτό, βρίσκεται το Rotown. Θρυλικό. Την Πέμπτη είσαι φάτσα κάρτα με τον τραγουδιστή μιας μικρής rock band outta Kentucky or whatever και μυρίζεις κυριολεκτικά την ποτισμένη από αλκοόλ και τσιγάρα ανάσα του καθώς ξεφωνίζει το πιο γαμάτο κομμάτι που έχεις ακούσει ποτέ και δεν θα ξανακούσεις ποτέ γιατί they dont fit in the Sony Music Product Pοrtfolio. Tην δε Παρασκευή χτυπιέσαι ανελέητα σε Michael Jackson meets Cypress Hill meets Britney και γουστάρεις και το ξέκωλο πανκί με τη μοηκάνα δίπλα σου κάνει το ίδιο. Άσε που ο Σουριναμέζος πορτιέρης μιλάει άπταιστα ελληνικά.

Μου πήρε πέντε χρόνια να ξεχάσω την χέσα που με κυρίευσε όταν έπεσα με αυτοκίνητο με ελληνικές πινακίδες σε μποτιλιάρισμα από ξέφρενους Τούρκους μετανάστες που κατέλαβαν το κέντρο όταν η Galatasaray πήρε το UEFA και χοροπηδούσαν κυριολεκτικά μεθυσμένοι και τυλιγμένοι με τούρκικες σημαίες πάνω στο αυτοκίνητό μου. Άλλα τόσα χρόνια μου πήρε να ξεχάσω ότι Τούρκος ταρίφας σάπισε στο ξύλο τον Δημήτρη επειδή ήταν Έλληνας και τον παράτησε κάπου κάτω από το ποτάμι. Και άλλα τόσα χρόνια θα κάνω να ξεχάσω τα απίστευτα πράσινα μάτια της πανέμορφης Τουρκάλας που δούλευε στο Burger King που ποτέ δεν της είπα κάτι παραπάνω από “a Whopper and a coke please”.

T
ους πήρε μερικές ώρες, τους Γερμανούς, να ισοπεδώσουν την πόλη το Μάιο του 1940. Όταν ένας Γερμανός το 2002 παραπονέθηκε στην φίλη μου την Miriam ότι η πόλη δεν έχει την ιστορική χάρη του Άμστερνταμ ή της Ουτρέχτης, ένας Ροτερνταμέζος πετάχτηκε από το πίσω μέρος του τραμ λέγοντάς του “ας μην την ισοπεδώνατε”.

Τελικά, μου πήρε μία εβδομάδα να την μισήσω. Την μίσησα για τους άδειους δρόμους, τα λιγοστά μαγαζιά, τα συνεχή μποφώρ, την βρώμα απ’το ποτάμι τις ζεστές μέρες, τα άχαρα κτίριά της που συνεχώς γίνονται περισσότερα, τα απίστευτα βρώμικα γκέτο της, τους Μαροκινούς που σε κάνουν να χέζεσαι πάνω σου όταν τους βλέπεις σε γκρουπάκια να σε περιμένουν στην γωνία, τους skinhead που κάνουν ακριβώς το ίδιο στην επόμενη γωνία, το ρατσισμό που κρύβουν μέσα τους οι πάντα ευγενικοί Ολλανδοί, την έλλειψη café για να πιείς ένα εσπρέσσο στις 7 το πρωι σε μία πόλη ενός εκατομμυρίων κατοίκων, το πανεπιστήμιό της με την αισθητική σοβιετικού νοσοκομείο της δεκαετίας του ’70.

Όμως, μου πήρε οχτώ χρόνια για να καταλάβω ότι την αγάπησα. Τα άσχημα και άχαρα κτίρια της που γίνονται συνεχώς ψηλότερα, οι δρόμοι της που κρύβουν στενά που σφίζουν από φοιτητές, πανκιά, στυλάτους, αντιστυλάτους, γιάπηδες και τάχα αρτίστες όλους στοιβαγμένους σε μαγαζιά σαν το κατεβασμένο από τον παράδεισο De Consul, τα πανηγύρια της το καλοκαίρι που όλη η πόλη γίνεται από club μέχρι Rio σε δύο εβδομάδες, τους Τούρκους, Μαροκινούς, Αφρικάνους, Αντιλιάνους, Σουριναμέζους, Κινέζους, Ινδονήσιους που αν τους ρωτήσεις από πού είναι θα σου πούνε “Rotterdam vriend..”, τα αμέτρητα ποδήλατα στους καλοδιατηρημένους ποδηλατόδρομους, η εκκλησία του Παύλου (Pauluskerk) που παρέχει στέγη και τροφή στα τζάνκια του κέντρου, τα ποδήλατα που δεν μένουν ποτέ πάνω από δύο εβδομάδες στον ίδιο ιδιοκτήτη και ποτέ δεν μένεις χωρίς ποδήλατο πάνω από δύο μέρες.

Η σκατοπόλη μου έκλεψε 8 χρόνια από την ζωή μου. Όταν βλέπω μέσα στην βροχή και την ομίχλη τα wannabe ουρανοξυστάκια της μου τα δίνει όλα πίσω όμως..

20070926

urban fear

Μπαίνω στο ταξί και λέω στον ταξιτζή ότι πάμε νότια. Πέρα από το ποτάμι?, μου λέει. Ναι του λέω. Ξέρεις τι είναι νότια? 'Οχι δεν ξέρω, πρώτη φορά έρχομαι εδώ. Κοιτάζει τα πράγματα μου. Εκεί θα μείνεις? ρωτάει και αρχίζω να ανησυχώ. Ναι, γιατί? Μου λέει ότι δεν μπορούσα να διαλέξω χειρότερο μέρος να μείνω, ότι είναι πολύ επικίνδυνα και καλά θα κάνω να κλείνομαι από νωρίς μέσα στο σπίτι. Οκ, τώρα δεν μπορώ να αλλάξω του λέω. Καλή τύχη, μου λέει φεύγοντας.

Ίσως, να μην είχε άδικο. Ήταν η γειτονιά όπου λίγες εβδομάδες αργότερα, ένας οδηγός νευριασμένος με κάτι παιδάκια που του πετούσαν χιονόμπαλες βγήκε από το αυτοκίνητο και πυροβόλησε ένα (παιδάκι). Γυρνώντας μια μέρα σπίτι η τζαμαρία του μετρό είχε γίνει θρύψαλα, από αεροβόλο. Και όταν άρχισα να παίρνω το ποδήλατο, έτρεχα όσο πιο γρήγορα μπορούσα, η ρόδα σταματούσε στην εξώπορτα και αμέσως περνούσα την κάρτα για να ανοίξει η πόρτα.

Τις Κυριακές μαζευόμασταν με τα παιδιά από τα γύρω διαμερίσματα για φαγητό. Ένας από αυτούς είχε μιλήσει με τον μπακάλη, ο οποίος του είχε πει τρομερές ιστορίες. Ένας άλλος είπε ότι ήμασταν πείραμα, οι πρώτοι που μέναμε στο κτίριο, έτσι για να διαφοροποιηθεί λίγο το γκέτο γύρω. Λίγο πολύ μέναμε στην πιο επικίνδυνη περιοχή της πιο επικίνδυνης πόλης της χώρας. Δεν μπορούσα να το χωνέψω να φοβάμαι όμως. Πάω στον Έρικ. Όπου Έρικ, ο θεός, λάτρης της πόλης του και γνώστης, γέννημα θρέμμα, κτλ. Κοίτα Έρικ του λέω, μένω εκεί, θα έπρεπε να ανησυχώ? Nah, just use common sense like always anyway, μου λέει. Έτσι είπα και εγώ. Όσοι δεν άντεχαν μετακόμισαν. Οι υπόλοιποι μείναμε. Έμεινε και η Ισπανίδα που μας ρώτησε που βρήκαμε ποδήλατα και της είπαμε from the junkies, και πήγε μεσάνυχτα στον σταθμό και ρωτούσε where are the junkies? Όπου σταθμός, ο μόνος σταθμός που μέχρι πριν μερικά χρόνια φρουρούνταν από τον στρατό* ή κάτι τέτοιο και όχι από την αστυνομία.

Μια μέρα μας λέει ο Ιταλός, θα πάει να μείνει σε ένα σπίτι δίπλα με κάτι Τούρκους μετανάστες και μάλιστα του βρήκαν και δουλειά part-time στο λιμάνι να κουβαλάει κιβώτια. Ο Ιταλός έχει λεφτά, αν ήθελε την έκανε για αλλού αλλά την εμπειρία θέλει, αυτό σπουδάζει, κτλ κτλ. Στο καλό του λέμε. Μια χαρά πέρασε. Μας μετέφερε εικόνες φρίκης που και που. Οικογενειακή βία, συμμορίες, φτώχεια, παρανομία, στο στοιχείο του ήταν. Με την Κ. είχαμε βγει μια φορά έξω, και είχαμε πάει από την βόρεια πλευρά του ποταμού, εκεί που η πόλη είναι πιο ωραία και δεν γίνονται τόσες φασαρίες και πιο πολλοί είναι λευκοί. Αφού ήπιαμε πόσα ήπιαμε και ήταν ώρα να γυρίσουμε πίσω, μου λέει περπατάμε? Θα συνέλθουμε λίγο. Μέσα, της λέω. Ξημέρωνε όταν φτάσαμε στη γειτονιά μας, ησυχία και ηρεμία, και κοιτούσαμε γύρω, ήταν όμορφα πραγματικά και επίσης συνειδητοποιήσαμε ότι δεν φοβόμαστε.

Νομίζω λίγο πολύ είχαμε εγκλιματιστεί και είναι αλήθεια ότι κανένας δεν θα σε πειράξει αν δεν πειράξεις εσύ. Μπορεί βέβαια να σου έρθει τίποτα ξώφαλτσα, αλλά πραγματικά κάποια πράγματα δύσκολα έρχονται ξώφαλτσα. Ένα βράδυ περπατούσα σκυφτή, με πλησιάζει ένας τύπος, δεν καταλαβαίνω του λέω, με περπατάει ως το μέτρο και αυτό έγινε πολλές φορές και δεν έγινε τίποτα. Δεν σταμάτησα να φοβάμαι, αλλά παράλληλα είχα αλλάξει. Το πρόσεξα μια φορά στη βόρεια πλευρά, που περπατούσαμε να πάμε σε ένα κουλ μπαράκι και στο διπλανό παρακμιακό μπαράκι καθόταν έξω ο Ε., γείτονας, Αμερικανός, γιατρός, λυώμα παρέα με κάτι σουριναμέζους, Ι love this city, μου λέει, άσε τους ξενέρωτους και έλα κάτσε μαζί μας. Και είχε δίκιο, ήταν μια υπέροχη πόλη, γιατί είχε και την βόρεια και την νότια πλευρά. Μας έκανε μάθημα ο Έρικ και έλεγε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της πόλης είναι η αντίληψη του κόσμου ότι είναι επικίνδυνη, ειδικά νότια, με κοιτάει. Και μας βγάζει στατιστικά από εδώ κι από εκεί, ότι δεν είναι έτσι. Use common sense, μας ξαναλέει, νότια ο μεγαλύτερος πληθυσμός είναι μουσουλμανικές οικογένειες, χαρακτηρίζονται από το πόσο ήσυχοι και εσωστρεφείς είναι, τα προβλήματα είναι μέσα στο σπίτι τους και εκεί πρέπει να μπούμε. Σκέφτηκα τον Ιταλό.

Ο καιρός πέρασε, το περιστατικό με το παιδάκι ξεχάστηκε, στη γειτονιά περπατούσα και με κλειστά τα μάτια. Έβγαινα το πρωί της Κυριακής να πάω στη λαική και πετύχαινα μέχρι και γάμο, να είναι ανεβασμένοι όλοι στα τραπέζια και να χορεύουν τσιφτετέλι. Ο μπακάλης με είχε μάθει, ο φούρναρης το ίδιο. Τον δεύτερο τον κοιτούσα πάντα με μισό μάτι, γιατί η γυναίκα του ίσα με μένα ήταν, είχε συχνά πυκνά μελανιές στο πρόσωπο και ποτέ δεν χαμογελούσε. Η γειτονιά γέμιζε όταν έπαιζε ποδόσφαιρο η feijenoord και όταν είχε halloween, όπου έβγαιναν όλοι και έκαναν παρέλαση, μικροί μεγάλοι. Και τις ωραίες Κυριακές. Όταν έφευγα οριστικά, ήρθε ο Θάνος να με πάρει. Χαίρομαι που φεύγεις από εδώ, λέει. Όχι δεν θα ξαναέμενα εκεί, και όταν επέστρεψα δεν πρόλαβα να πάω, κοιτούσα από την άλλη άκρη του ποταμού και χαμογελούσα που όλα πήγαν καλά όσο μείναμε εκεί τουλάχιστον. Δεν έχω αποφασίσει ακόμη αν θα έλεγα σε κάποιον να μείνει εκεί. Εξαρτάται από το ποιός θα ήταν αυτός. Το πείραμα της κυβέρνησης για εξυγίανση του γκέτο δεν νομίζω να πέτυχε, αλλά βρίσκονται σε καλό δρόμο γιατί έχουν καταλάβει ότι μέσα στα σπίτια πρέπει να κοιτάξουν. Στις εξετάσεις, στο μάθημα του Έρικ του έγραψα και για την γειτονιά, λες και δεν τα ξέρει, αλλά κάτι σαν ευχαριστώ που δεν μου είπε να φύγω από εκεί. Afrikaaners πια όλοι, μιλάμε με τους γείτονες ακόμη.

Στη φωτογραφία, erasmusbrug, η είσοδος στο νότιο μέρος της πόλης.

*Θ.'s contribution - it was not guarded xactly, it was the only place in holland se katastasi ektaktou anagkhs, dld apagorevontan i synaxi parewn megalytera apo 4 atoma -dld more than 4 people where kindly asked to fuck off and leave-, kai the people who stayed at the station more than 15 minutes where photographed
...wicked, innit?

music

20070919

heima (at home)



commuting reversed


I travel not to go anywhere, but to go. I travel for travel's sake. The great affair is to move.

Πάντα βαριόμουν να φύγω, πάντα λυπόμουν που έφευγα. Ακόμη στενοχωριέμαι που σχεδόν ποτέ δεν έρχεται κανένας να με περιμένει ή να με αποχαιρετίσει. Οι κοντινοί και οι αγαπημένοι μου λένε ότι το έχουν συνηθίσει, ότι φεύγω συνέχεια για κάπου, ότι από κάπου πάντα έρχομαι. Και όταν φτάσω σπάνια με ρωτάνε πως ήταν εκεί που ήμουν, λίγες φορές μπορώ να πω παραπάνω από 'καλά'. Το από που έρχομαι και που πάω, μπερδεμένο μια ζωή. Και ένα διάλειμμα, το ανάμεσα, όταν ξεκινάει το λεωφορείο, αεροπλάνο, τρένο όλα μέσα μου ηρεμούν, νοιώθω πιο ζωντανή, πιο δυνατή, μπορώ να ξεκαθαρίσω σκέψεις, μπορώ να χαζέψω από το παράθυρο ανενόχλητη, μπορώ να είμαι μόνη μου και με τον εαυτό μου και να μη σκέφτομαι ούτε που πάω, ούτε από που φεύγω. Η θέση μου στον κόσμο ακριβώς αυτή, ποτέ στο ίδιο μέρος.

discovering & experiencing

People travel to faraway places to watch, in fascination, the kind of people they ignore at home.

Με ενοχλεί το ότι ο κόσμος ταξιδεύει και παρόλ' αυτά δεν έχει γίνει πολύ καλύτερος. Με ενοχλεί το κυνήγι της εμπειρίας και το τι θεωρούμε πλεόν εμπειρία. Τουρίστες ή backpackers επίκινδυνα κοντά στο ίδιο τριπάκι. Τσατίζομαι όταν βλέπω λίστες με τα 100 μέρη που πρέπει οπωσδήποτε κάποιος να δει πριν πεθάνει. Περιφρονώ τις προθέσεις πολλών που λένε ότι θέλουν να γνωρίσουν άλλες κουλτούρες. Πολλές φορές ούτε την γειτονιά τους δεν γνωρίζουν. Θαυμάζω αυτούς που δεν το έχουν κουνήσει από το χωριό τους, έχουν όμως ονειρευτεί. Ονειρεμένα ταξίδια, λίγοι έχουν κάνει.

traits

A good traveller has no fixed plan and is not intent on arriving


Σουρτούκι το λένε εδώ. Βγαίνεις από το σπίτι και δεν λες θα πάω εδώ ή εκεί. Απλά βγαίνεις. Και θα πας και εδώ και πιο πέρα. Θα σταματήσεις στου γείτονα, θα πας στο μαγαζί που συνήθως πας, θα ρίξεις μια ματιά δίπλα, θα βρεις κάποιον στον δρόμο, κάποιος θα σε πάρει τηλέφωνο, όλο και από το σπίτι κάποιου θα περάσεις. Αυτό που μου αρέσει στις μικρές πόλεις, ακριβώς αυτό που μου αρέσει και στο ταξίδι,...το σουρτούκι. Στείλε με ταξίδι με οργανωμένο πρόγραμμα ή άτομα που βάζουν τέτοια προγράμματα ή στείλε με να μείνω σε μεγάλη πόλη και να πρέπει να κανονίσω τον ελεύθερο χρόνο μου. Τιμωρία. The unbearable.

- m a n d a t e -

The use of travelling is to regulate imagination by reality.

Έτσι ακριβώς. Δηλαδή μέχρι ένα σημείο είναι ευχαρίστηση, μετά είναι ανάγκη. Επιτακτική κιόλας. Δεν σου φτάνει ο αέρας που αναπνέεις ένα πράμα. Όχι εθισμός, όχι να δεις κι άλλα κατ' ανάγκη. Απλά ποτέ ικανοποιημένος εκεί που είσαι. Ποτέ ευχαριστημένος. Ενώ ξέρεις πολύ καλά ότι the grass always looks greener on the other side. Και μαθαίνεις να ζεις με αυτό, να εκτιμάς το γύρω σου, την γειτονιά σου, το εκεί που είσαι. Απλά δεν μπορείς. Βλέπεις καμιά φορά περίεργα όνειρα, καμιά φορά είσαι με παρέα και χαζεύεις. Είσαι αλλού. Δεν υπάρχει ελπίδα. Θα ταξιδέψεις απλώς για να κρατήσεις τα λογικά σου, όχι για να θεραπευτείς από αυτό.

home
...is where your heart is

Δηλαδή τα περί κουλτούρας, που ανήκεις, κτλ κτλ είναι λίγο χαζομάρες. Οπουδήποτε ανήκεις. Όπου κι αν βρεθείς μπορεί να γίνει το σπίτι σου. Που θέλεις να βρεθείς και γιατί είναι άλλο θέμα.

(my very own desire)

Η Ισλανδία. Εδώ και χρόνια. Και το πόσο κοντά έφτασε να γίνει πραγματικότητα φέτος. Will never give up. Ο λόγος? Άγνωστος. Η μόδα? Ενοχλητική. And is picking up like hell...


biribiri's gift

20070918

on faut vivre

photo - thanx panos
Μετά από πολύ καιρό κάθισα και έψαξα τον υπολογιστή μου να δω τι έχω μέσα. Μουσική που δεν ήξερα ότι είχα, φωτογραφίες από μέρη που είχα ξεχάσει πόσο όμορφα είναι και ανθρώπους που είναι ή μακριά η πλέον κοντά . Επίσης, κάποια αρχεία από τη δουλειά, μα τι όρεξη είχα τότε και πόσο προσεγμένη ήταν η δουλειά μου, εγώ την έκανα? Και αυτός ο φάκελος που λέει thesis, μήπως τα αντέγραψα από κάποιον άλλον? Και logs. O N. έλεγε πάντα ότι και εγώ και ο Τ. είμαστε πολύ περίεργοι που κρατάμε logs. Του έλεγα ότι τυχαία έγινε, ήταν η ρύθμιση στον on. Μου λέει ότι τα θέλει, τουλάχιστον αυτά που μιλούσαμε εμείς. No way, του είπα. Και σκεφτόμουν και εγώ χθες να τα σβήσω. In fact, σκεφτόμουν να πατήσω ένα γενικό format. Λυπήθηκα την μουσική, που δεν την έχω αλλού. Έβαζα το ένα τραγούδι μετά το άλλο και δεν το πίστευα ότι τα είχα εδώ τόσο καιρό, μέσα στον υπολογιστή. Και διάβαζα και τα logs. Γύρισε ο χρόνος πίσω. Σε κάποια σημεία μιλάμε για πράγματα για τα οποία δεν έχω ιδέα περί τίνος πρόκεινται. Κοιτάζω δηλαδή τη συνομιλία δύο ανθρώπων που θεωρητικά τους ξέρω καλά, αφού ο ένας είμαι εγώ, και δεν καταλαβαίνω τι λένε. Και η ώρα δείχνει ότι μιλούσαν για ώρες και εγώ ξέρω ότι μιλούσαν και πριν και μετά offline, απλά οι offline στιγμές δεν είναι καταγεγραμμένες έτσι, μόνο στην μνήμη. Τι καλά που τα λένε, σκεφτόμουνα, τι ωραία μουσική βρήκα εδώ, τι τέλειο απόγευμα είναι αυτό έξω από το παράθυρο. Κοιτάζω γυρω το σπίτι, για μια ακόμη φορά δεν το μετανοιώνω που δεν πήρα τηλεόραση. Μου φαίνεται σαν να έχω άπειρες ώρες ελεύθερες μπροστά μου και όχι δεν βαριέμαι. Ετοιμάστηκα πολύ γρήγορα, τηλέφωνο σκέφτηκα, θα πάρω όσο είμαι στο δρόμο, ήθελα να προλάβω λίγες στιγμές από το ωραίο απόγευμα, με τη μουσική ακόμη στο μυαλό, με την διάθεση εκείνης της στιγμής, ακριβώς όπως ήταν. Ο ουρανός ήταν όπως στην φωτογραφία και αν ήμουν μόνη θα χοροπηδούσα σαν μικρό.

20070912

agito - akito



Και με αυτό το τραγούδι κλείνει και αυτός ο κύκλος therapy session. [warning] Θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Αλλά επειδή ο χειμώνας είναι ωραίος, ναι θα έχει και συναυλίες, όπου τις πετύχουμε, οπότε winter i dare you, bring it on, και πολλά άλλα καλά που περιμένουμε και κάτι νέα που μου είπε μόλις μια φίλη (φίλη διαβάζεις?) και ένα σωρό πράγματα. Α, το τραγούδι έψαχνα, άλλο κλιπ έχει και live είναι ακόμη καλύτερο γιατί η τραγουδίστρια είναι περιπτωσάρα, με την καλή έννοια, αλλά κάποιος το έβαλε σε μια σκηνή από το Air Gear, και έτσι here it is. Wicked...

20070910

just to get it off my chest



Καθόμουν στη β' γυμνασίου και κοιτούσα τον συμμαθητή μου που καθόταν λίγες θέσεις πιο μπροστά. Σκεφτόμουν την απειλή του γυμνασιάρχη, όποιο παιδί δεν είναι φρόνιμο, θα το διώξουν. Ευχόμουν να διώξουν αυτόν. Όχι δεν μου είχε κάνει τίποτα και θα πρέπει να ήταν από τις λίγες φορές που ένοιωσα αδικαιολόγητο μίσος για κάποιον και έκανα τέτοιες σκέψεις. Δεν ξέρω γιατί. Είχε ένα βλέμμα αδιαφορίας, ότι τίποτα δεν θα τον πείραζε ή θα τον ενοχλούσε και βαριόταν απίστευτα και δεν το έκρυβε, όπως μου είχαν μάθει οι γονείς μου ότι είναι πρέπον να κάνει κανείς για να μην προσβάλλει τον καθηγητή, τον μεγαλύτερο, κτλ. Αυτόν δεν τον ένοιαζε. Τίποτα δεν τον ένοιαζε. Μόνο το μπάσκετ. Σκεφτόμουν ότι και οι γονείς του θα πρέπει να ήταν απεχθείς.

Ήμασταν μαζί και στο Λύκειο. Στην ίδια τάξη. Και φίλοι πια. Κοντινοί αλλά παράταιροι. Μαζί και μια άλλη κοπέλα. Και οι τρεις τελείως διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες, χαρακτήρες, ενδιαφέροντα, παρέες αλλά μαζί περνούσαμε καλά. Προσωπικά ευχαριστιόμουν την χαλαρότητα που συνέχισε να έχει. Στο μάθημα τον άφηνα να αντιγράφει και όταν είπε ότι θέλει να πάει Ιατρική, του είπα να μην ακούει τι λέει ο πατέρας του. Καμιά φορά όταν σκεφτόμουν τους φίλους μου, σκεφτόμουν ότι μετά το Λύκειο θα ήταν αυτός με τον οποίο θα χάναμε επαφή. Σίγουρα. Αλλά δεν πείραζε. Με την φίλη θα κρατούσαμε επαφή. Συναυλίες, βιβλία, ταξίδια, τα διηγούμασταν ενθουσιασμένες κάθε φορά η μια στην άλλη.

Κάποια στιγμή και στο πανεπιστήμιο πήρα ένα γράμμα του. Ήμασταν σε διαφορετικές χώρες, σε διαφορετικές ηπείρους, υπήρχε το email αλλά όχι, έστειλε γράμμα. Κορόιδευε που βρέθηκε σε μια χώρα που βομβάρδιζαν και εγώ ήμουν σε μια χώρα που βομβάρδιζε και κάτι τέτοια. Το διάβαζα και ανάμεσα στα δάκρυα, γελούσα. Δεν νομίζω να έχω πάρει πιο ωραίο γράμμα και όχι δεν ήταν ερωτικό γράμμα, γράμμα φίλου ήταν. Το άφησα σε μια σοφίτα και για χρόνια μετά απέφευγα να πάω στην σοφίτα. Το άφησα να χαθεί όταν ανακαίνιζαν το σπίτι και δεν ξέρω γιατί. Στο μυαλό μου ελπίζω ότι στην ανακαίνιση, την κούτα μου ίσως την άφησαν εκεί γιατί δεν ήρθε κανένας να την πάρει και το γράμμα θα είναι εκεί.

Ανάμεσα στις συναντήσεις μας περνούσε πολύ καιρός, 1-2 χρόνια συνήθως. Το ίδιο αραιή και η επικοινωνία. Ποτέ email, ακόμη δεν ξερω ποιό είναι το email του και αν το χρησιμοποιεί. Απλά έπαιρνε ή έπαιρνα τηλέφωνο, κι αν δεν ήμουν ή δεν ήταν εκεί ζητούσαμε το επόμενο τηλέφωνο. Ποτέ δεν αναφερόμασταν στις σπουδές, στις τωρινές παρέες μας, κτλ. Δεν χρειαζόταν για να καταλάβει ο ένας τον άλλον ότι είναι καλά. Όταν έμαθα τυχαία ότι τελείωσε δεύτερος ή κάτι τέτοιο την Ιατρική ένοιωσα περηφάνια. Φυσικά με κορόιδεψε όταν το ανέφερα. Σε μια από τις πιο δύσκολες στιγμές που έχω περάσει, χρειάστηκε να τον πάρω τηλέφωνο. Όχι γιατί έπρεπε να ακούσω τη φωνή του και τέτοια, απλά ο πατέρας του ήταν γιατρός που χρειαζόμουν. Μετά από χρόνια το ανέφερε εκείνο το πρωινό και πάλι με κορόιδεψε που την είχα πάθει και το προσπέρασε όταν γρήγορα του ανέφερα ότι όλα καλά.

Θα βρισκόμασταν και ένα ωραίο καλοκαιρινό βράδυ. Μαζί με πολλούς άλλους συμμαθητές. Να θυμηθούμε τα παλιά και καλά. Από τρίτους έμαθα ότι θα είναι, από τρίτους έμαθε ότι θα είμαι. Θα ερχόταν και η τρίτη της παρέας, αγαπημένη φίλη και μετά τα σχολικά χρόνια, από το εξωτερικό. Είχα και αυτή ένα χρόνο να την δω. Αλλά αυτή είχε email τουλάχιστον. Φτάνω στην συνάντηση βλέπω κάποιες φάτσες που δεν γνωρίζω, φαλάκρες, κοιλιές, είναι δυνατόν? σκέφτομαι, δεν είμαστε πια και τόσο μεγάλοι, χαιρετώ μερικούς, αγκαλιαζόμαστε με άλλους, κοιτάζω γύρω και τον βλέπω να κάθεται σε ένα πεζούλι και να μου κάνει νόημα.

Πλησιάζω χαρούμενη. Χαιρετιόμαστε. Χαμογελάει. Και ξανασκέφτομαι ότι είναι ένας άνθρωπος που απλώς αγαπώ πολύ, όμως πάρα πολύ. Το πρόσωπο ηρεμεί και με ρωτάει: Τα έμαθες? Τον ρωτάω τί, με ένα ύφος που έλεγε ότι δεν με εκπλήσσει τίποτα εμένα την κουλ. Μου λέει το όνομα της τρίτης της παρεάς. Τί, ρωτάω και τα γόνατα μου είναι κομμένα. Μου δείχνει με το δάχτυλο τον ουρανό. Τί, που, πότε, γιατί. Χθες, μου λέει. Τί, πού, πότε, γιατί και νομίζω ότι δεν ακούω τίποτα, ότι δεν καταλαβαίνω τίποτα. Κλαίγοντας του λέω πως αν θέλει να γίνει γιατρός, δεν πρέπει να τα ανακοινώνει έτσι. Ενώ νομίζω πως μόνο έτσι λέγονται κάποια πράγματα. Απλά και χωρίς προλόγους. Definite.

Κοιτάζουμε την πόλη στα πόδια μας, τη θάλασσα κάτω χαμηλά και δεν μιλάμε για πολλή ώρα. Μας πλησιάζει κάποιος και πρέπει να προσποιηθούμε ότι όλα καλά, απολαμβάνουμε την βραδιά, γιατί δεν ξέρουμε ακόμη τι ακριβώς έχει γίνει, και δεν το καταλαβαίνουμε κιόλας. Με στέλνει για ποτά. Και κάνε γρήγορα μου λέει και χαμογελάει. Συνεχίζει να με ζορίζει να δεχθώ το τελεσίδικο. Μετά από λίγες ώρες, έκανα βουτιά στη θάλασσα και προσπαθούσα να ξεκαθαρίσει το μυαλό, να φύγει το μούδιασμα. Όταν είχε ξημερώσει πήρα και το είπα στους γονείς μου. Σοκαρισμένοι και αυτοί. Γρήγορη οδήγηση πίσω για την κηδεία. Ότι πιο άχαρο. Ο φίλος μου εφημέρευε δεν μπορούσε να έρθει. Η μαμά της με αναγνώρισε από μακριά. Μόνο μακριά από την εκκλησία μπόρεσα να κλάψω.

Η μόνο-φαινομενικά-απαθέστατη αδερφή μου όταν βρεθήκαμε και της τα είπα όλα αυτά, με αυτή την σειρά όπως εδώ, με ρώτησε αν του το είπα. Τί να του πω?, την ρώτησα. Μα, ότι τον μισούσες, μου απαντάει. Άντε πάλι κλάμα εγώ.

Αφιερωμένο σε όλους όσους αναφέρεται αυτό το ποστ.

20070905

respect privacy or get over it

Διάβαζα τα σχόλια ενός βλογ, και κάποια στιγμή ο 'οικοδεσπότης' απάντησε σε κάποιον που ανάθεμα κι αν θυμάμαι τι είπε, ότι κοίτα το βλογ του δεν είναι δημόσιος χώρος, αν δεν συμφωνεί να μην το τιμά με την παρουσία του ή κάτι τέτοιο. Ο τρόπος που απάντησε ο 'οικοδεσπότης' του προαναφερθέντος βλογ μάλλον δεν μου άρεσε, και από άποψη ‘χροιάς’ αλλά και ουσίας. Από άποψη χροιάς αντιπροσωπεύει ίσως μια αγένεια του τύπου 'I make the rules in here'. Από άποψη ουσίας, μια γενικότερη έπαρση αλλά και αφέλεια του τι θεωρούμε ‘χώρο μας’, που άλλες φορές είναι ενοχλητική, άλλες επικίνδυνη, άλλες αστεία. Ο δημόσιος χαρακτήρας των blog νομίζω είναι δεδομένος, έστω και αν είναι πολυεπίπεδος και καθοριζόμενος ελάχιστα από τον ‘οικοδεσπότη’, περισσότερο από την πραγματικότητα του web 2.0. Επιπλέον, η θεώρηση εκ μέρους πολλών, ότι, η επωνυμία τους στο διαδίκτυο μέσω ταυτοποίησης αληθινού ονόματος και ψευδωνύμου, τους δίνει ένα λόγο παραπάνω, φερεγγυότητας, εξουσίας, κάποιου δικαιώματος να επιβάλλονται και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο, είναι νομίζω πολλές φορές αβάσιμη και αυθαίρετη. Ελάχιστες φορές δεν ισχύει αυτό και πάλι υποψιάζομαι ότι ισχύει στο web 1.0 μόνο. Μέχρι στιγμής μόνο. Γιατί όλα αλλάζουν και γρήγορα. Επίσης, η επωνυμία στο διαδίκτυο μπορεί να είναι εκμεταλλεύσιμη με καλό ή κακό τρόπο, αλλά αυτό εξαρτάται κυρίως από αυτόν που την επιλέγει και την ικανότητα που κατέχει να διαχειριστεί αυτήν την ταυτότητά του online. Όσο για το ‘οικοδεσπότης’, πίστευα ότι οι περισσότεροι το χρησιμοποιούν χαριτολογώντας. Για τον κάθε 'οικοδεσπότη βλογ' λοιπόν αφιερωμένος ο τίτλος του ποστ και η αναμονή να εμφανιστεί κάποιος σε κανένα παραθυράκι γιατί η ατάκα 'μάνα βλόγερ' έχει παλαιώσει.

20070903

i want to ride my bike

photo: Johan Holthof

Το μάθημα λεγόταν Transport Economics. Σαν τίτλο δεν το είχα πάρει με πολύ καλό μάτι γιατί είχε μέσα την λέξη economics, αλλά και την λέξη transport. Το πρώτο δεν το συμπαθώ γιατί είναι όντως the dismal science, το δεύτερο γιατί το μόνο που μου θυμίζει είναι οι εναλλαγές του σε διάφορες γλώσσες στα φορτηγά στην εθνική. Είχα πάρει όμως με καλό μάτι τον καθηγητή και έκανα τον κόπο να σηκώνομαι από το κρεβάτι να πάω να κάνω χάζι. Σημειωτέον ότι πήγαινα με ποδήλατο. Το ποδήλατο το είχα αγοράσει 15 ευρώ από ένα junkie ένα βροχερό βράδυ στον κεντρικό σταθμό, και θα πρέπει να ήταν το τρίτο ποδήλατο που αγόραζα γιατί τα άλλα μου τα είχαν κλέψει, οπότε έδωσα και 25 ευρώ επιπλέον για μια κλειδαριά, γιατί να ξεμένεις κάθε τρεις και λίγο από μεταφορικό δεν λέει. Επειδή ήμουν κάτω του μέσου όρου του ύψους του πιο ψηλού λαού της Ευρώπης, είχα ένα πρόβλημα, δεν μπορούσα να ανεβώ στο ποδήλατο. Οπότε πήγαινα ανέβαινα σε ένα πεζούλι όταν έβγαινα από το σπίτι, σκαρφάλωνα στο ποδήλατο και κατέβαινα μόνο όταν έφτανα στον προορισμό. Με έχουν βρίσει πολλοί ποδηλάτες και οδηγοί και περαστικοί έτσι αλλά δεν καταλαβαίνουν τι ρεζίλι είναι να χρειαστείς να σταματήσεις γιατί το φανάρι (των ποδηλάτων) είναι κόκκινο και μετά να προσπαθείς απεγνωσμένα να ξανασκαρφαλώσεις και από το διπλανό γραφείο να σε δείχνουν όλοι και να γελάνε. Οπότε απλώς δεν σταματούσα μέχρι να φτάσω.

Μπαίνω λοιπόν μια μέρα στο μάθημα, καταιδρωμένη όχι από την ποδηλασία, αλλά από την αγωνία γιατί μου είχε φτάσει και πάλι η ψυχή στο στόμα με το πόσο κόσμο κόντεψα να πάρω στο λαιμό μου και ο καθηγητής λέει θα συνεχίσουμε να μιλάμε για τα τρένα. Πφφφ, σκέφτηκα μέσα μου, έχουμε μισό εξάμηνο μας λέει για τα τρένα, σε πολιτισμένο κράτος είμαστε, αυτοκίνητο και τελείωσε η δουλειά. Να πω βέβαια ότι τραβούσα τα μαλλιά μου όταν εκείνη την ημέρα μας ανέλυε ότι το τρένο αντιμετώπιζε συναγωνισμό και έχανε πελάτες, όχι λόγω του αυτοκινήτου, αλλά λόγω του ποδηλάτου. Δηλαδή σαν λαός, θα πρέπει κάτι να μην πάει καλά για να κρατάς τόσα αυτοκίνητα κλειστά μέσα στο γκαράζ και βρέξει χιονίσει να παίρνεις το ποδήλατο για αποστάσεις αρκετών χιλιομέτρων. Μαζοχισμός. Που φαίνεται από το γεγονός ότι τα Σαββατοκύριακα, αντί να χαλαρώσουν λίγο, βγάζουν από το γκαράζ το ακριβό ποδήλατο, BMW, με σκελετό από ελαφρύ ατσάλι και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο και ποδηλατούν ακόμη περισσότερα χιλιόμετρα.

Κατάλαβα εκείνη τη στιγμή ότι ισχύει αυτό που λένε ότι το πανεπιστήμιο δεν προσφέρει χρήσιμες γνώσεις και το ότι είναι αποκομμένο από την πραγματικότητα είναι πέρα για πέρα αληθινό. 'Οτι πρέπει ο καθένας να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και να αποκομίσει ότι του χρειάζεται και να ασχοληθεί μόνο με τι θα τον βοηθήσει στην μετέπειτα πορεία του. Στην τελική εργασία με έβαλαν σε μια ομάδα που δυστυχώς δεν τους άρεσε η ιδέα που πρότεινα να μελετήσουμε. Άλλη χαζομάρα αυτό, να δουλεύεις σε ομάδες. Τέλοσπαντων καλύτερα, γιατί έτσι μπορεί να μου έκλεβε κανένας την ιδέα. Σκεφτόμουν λοιπόν, αν πάρω ένα ποδήλατο σε μια πόλη που η τοπογραφία της χαρακτηρίζεται από απότομες πλαγιές και πάω το ποδήλατο στο ψηλότερο σημείο της πόλης (τον Αηλιά ας πούμε ή την κορυφή της Σκ΄ρκας (το δεύτερο δεν βολεύει γιατί η κατηφόρα με στέλνει σε αντίθετη φορά από τον τελικό στόχο που είχα στο μυαλό μου και δεν ήθελα να καταλήξω στον Τσαρτσαμπά ή χειρότερα στη λίμνη)), οπότε αν πάρω το ποδήλατο και πάω στον Αηλιά και ακολουθήσω το σύστημα πολυ-ψηλό-ποδήλατο-οπότε-δεν σταματώ-πουθενά, πόσο γρήγορα και πόσο αποτελεσματικό θα ήταν αυτό ενάντια των εχθρών μας, εννοώ τους κατοικούς της διπλανής πόλης-υβριδίου που έχει την ατυχία να είναι πεδινή.

Η ιδέα, όπως και πολλές άλλες ιδέες έμεινε θαμμένη στο συρτάρι και θα την είχα ξεχάσει τελείως αν ο μπιριμπίρης δεν είχε αποφασίσει με την επιστροφή του στην μπλογκόσφαιρα και επειδή του έλειψα, κτλ, κτλ να μου κάνει ένα δώρο. Δείτε και μόνοι σας, επιλογή από δύο μοντέλα που ιδανικά θα μπορούσε να είναι ένα (ροζ mountain bike με καλάθι δηλαδή) ΣΥΝ playlist με σχετικά τραγούδια να βάζω στο iPod όταν παίρνω φόρα και να μην ακούω κανέναν ενοχλητικό που κορνάρει ή με βρίζει. Προκλητικό, ε? Ναι και εγώ έτσι σκέφτηκα. Δηλαδή πάει μόνος του ωσάν δεύτερος Νέρων να καταστρέψει την πόλη του...εεε το υβρίδιο του, και επιπλέον σκευωρεί εις βάρος μου για να μου χρεώσει αυτήν την (ευτυχή κατά τ' άλλα) καταστροφή και να βγει μετά στα κανάλια, το West δλδ που το παρακολουθεί ανελλιπώς απ' ότι ξέρω, να λέει ότι η πόλη του εεεε το υβρίδιο του δέχεται ασύμμετρη απειλή γιατί εγώ είχα πάρει φόρα από ψηλό σημείο που αυτοί εκεί κάτω δεν έχουν. Μέχρι και στρατηγίνα Κατηφόρα θα μας πει σε λίγο (το κάθριν ζέτα τότε είναι σαφώς προτιμότερο).

Η αλήθεια είναι ότι ενώ νομίζει ότι τον μισώ θανάσιμα, από τους εχθρούς φαίνεται να είναι ο λιγότερο αντιπαθητικός. Να τον αποτελειώσω με μια πεταλιά απλώς θα ήταν κρίμα, πρέπει πρώτα να τον ξεσκεπάσω και να καταλάβει ο κόσμος ότι είναι όχι μόνο επικίνδυνος αλλά και μεγάλος...τρανός δλδ.. συκοφάντης. Ας μας πεί ο κύριος πόσες φορές παρευρέθει ινκόγκνιτο στους φανούς ή τριγυρνούσε κατασκοπεύοντας έρημες παραλίες στο δεύτερο πόδι γιατί αλλιώς δεν εξηγείται ούτε το πλούσιο λεξιλόγιο του (τσούγδω, γκιόσα, κλώσα, γκαβάδ, τσουροκλκέφτρου, μπαταχτσού, αλούπου, πλασταρού, γουμάρα κτλ), ούτε η ακριβής επίγνωση του που ήμουνα το καλοκαίρι. Αλλά εγώ φταίω, έπρεπε να τον πετύχω εκεί στην παραλία που έκανε πως διάβαζε τάχα Espresso ενώ κατασκόπευε και τότε να τον πετάξω μέσα στη θάλασσα, μπας και το κύμα τον ξεβράσει στο Άγιο Όρος.

Δεν είμαι όμως τέτοιο άτομο. Γι 'αυτό και έγραψα αυτό το ποστ, ελπίζοντας ότι ξεσκεπάζοντας το ύπουλο σχέδιο του θα καταλάβει ο κόσμος τι κουμάσι είναι αλλά και τη σωρεία ψεμμάτων που διαδίδει για το πρόσωπο μου. Τον λυπάμαι όμως για ένα πράγμα και μόνο. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι κατά βάθος δεν έχει κάτι προσωπικό μαζί μου, απλώς ζορίζεται λίγο που έχει την ατυχία να μην είναι s και cool. Είμαι σίγουρη ότι όταν προφέρει ονόματα όπως Κουκούλ ή Άννα, νοιώθει μέσα του ένα σφίξιμο που δεν αποτελεί και αυτός μέλος της φυλής των s, ορίτζιναλ ή επίτιμο, για να καμαρώνει μαζί μας που έχουμε ακόμη τέτοιους εκπροσώπους στην πολιτική σκηνή ακόμη και σε αυτούς τους χαλαιπούς καιρούς που σύσσωμη η ελληνική χαζομάρα καθιστά το εκλογικό αποτέλεσμα ντέρμπι, ενώ η επιλογή θα έπρεπε να είναι ξεκάθαρη, όπως πρεσβεύουν οι προαναφερθέντες εκπρόσωποι του δικού μου λαού.

Κατά τ΄άλλα συμφωνώ με την τελευταία του παράγραφο.