20060823

na srpski

Επειδή δεν μπορούμε να χωνέψουμε το πού ζήσαμε και πού ζούμε ας ασχοληθούμε τουλάχιστον με το πού ταξιδέψαμε. Έστω και για λίγες μερούλες, ανώδυνες φαινομενικά. Ταξιδάκι λοιπόν και επιστρέφεις ανανεωμένη και χαλαρή. Σερβία; Έχω ξαναπάει. Τώρα έτσι για τον χαβαλέ πήγαμε. Για να περάσουμε καλά. Μια χαρά περάσαμε. Ναι, η Σερβία είναι έτσι όπως σας τα είχα πει. Όμορφος λαός, περήφανοι, φτωχοί, όχι μίζεροι, και ίσως όχι τόσο φτωχοί γιατί έχουν μια πανέμορφη χώρα και ωραίες πόλεις, και τις φροντίζουν, χωρίς να έχουν λεφτά και φυσικά έχοντας δεχτεί και κάποιες βόμβες.. αλλά έτσι είναι, οι άνθρωποι αγαπούν τον τόπο τους. Για τον πόλεμο; Δεν μιλάει εύκολα Σέρβος για τον πόλεμο. Δεν θέλουν να τους λυπηθούν και για να πω την αλήθεια δεν μιλάς εύκολα για κάτι τόσο φριχτό αν δεν περάσουν χρόνια και χρόνια. Να ζήσουν θέλουν και να συνεχίσουν να ονειρεύονται. Και ναι μας αγαπούν εμάς τους Έλληνες. Δεν ξέρω γιατί ακριβώς (περί ορθοδοξίας, κτλ δεν εξηγούν πλήρως το φαινόμενο). Φίλοι μου από πιο νότια δεν την καταλαβαίνουν και πολύ αυτή την αγάπη. Προσωπικά, θες γέννημα θρέμμα β. ελλάδα, θες η Miljana που είχαμε σπίτι μας όταν ήταν 11 χρονών και ξυπνούσε το βράδυ κλαίγοντας επειδή νόμιζε ότι μας βομβάρδιζαν, θες και μια αγάπη για τα βαλκάνια και τα βουνά τους, τους ανθρώπους, την παρακμή, το ένστικτο για επιβίωση, τη γυφτιά, την κλεψιά, την μοναχικότητα...εε όλα αυτά με συγκινούν. Δηλαδή μένω στην χώρα με τα πιο όμορφα νησιά, την καταγάλανη θάλασσα και ουρανό κτλ κτλ και παρόλ' αυτά κοιτάζω βόρεια. Χούι (translation lacking).

Αλλά είπαμε, αυτό ήταν ένα ταξιδάκι λίγων ημερών και ανώδυνο. Πόσο ανώδυνο όμως μπορεί να είναι όταν προστίθεται σε ένα ιστορικό ταξιδιών που μετά την ψυχαγωγία, την ανανέωση και κυρίως τις εντυπώσεις αρχίζει ανελέητα να σε επιβαρύνει με εικόνες, ανθρώπους και κάποια αμυδρή επίγνωση μιας μεγαλύτερης πραγματικότητας; Και όλα αυτά για ένα μικρό αντάλλαγμα, για κάποιες στιγμές που πια έχεις δει τα αξιοθέατα, έχεις μάθει λίγο για το καινούριο αυτό μέρος, έχεις περάσει και καλά, λες και με άνεση ένα doberdan και απλώς είσαι εκεί. Η πιο ωραία στιγμή κάθε ταξιδιού. Όχι η προσποίηση ότι είναι σαν να μένεις εκεί, απλά η στιγμή που όλα αυτά καταλήγουν σε εσένα, στο ποιός είσαι, τί κάνεις, κτλ κτλ. Είναι η στιγμή που ξυπνάς και βλέπεις τα πράγματα πιο καθαρά, που το μυαλό είναι απόλυτα συγκεντρωμένο, η σκέψη ήρεμη και όλες οι αισθήσεις λειτουργούν ακριβέστατα στο να σε γεμίζουν με δύναμη.

Να προσθέσω όμως και τις μικρές, απλές στιγμές που είναι όμως άκρως απαραίτητες για να φτάσουμε στα παραπάνω και που για το συγκεκριμένο ταξίδι ήταν πολύ, πολύ συγκεκριμένες:

- Τα πρώτα χιλιόμετρα του Ε75 σε σερβικο έδαφος. Πράσινο και βουνά, όμορφα χωριά (ξέρω, ξέρω, όμορφα καίγονται) και εμείς να περνάμε ανάμεσα από τα πιο μαγευτικά τοπία που έχω δει. Μας είχαν πει ότι αυτό ήταν το πιο δύσκολο μέρος του δρόμου. Εγώ δεν κατάλαβα πότε το περάσαμε. Παιδιά, το αεροπλάνο δε λέει. Τι να κάνεις όμως.

- Ο Δούναβης. Σε όλο το μεγαλείο του, να περνά μέσα από δάση. Τον είχα ξαναδεί, αλλά ποτέ, μα ποτέ έτσι.

- Οι Sofa Surfers να τραγουδάνε το White Noise. Try to break back in, Let the darkest in, Don’t mind giving in, Cause it eats you up, Yeah, it chews you up, And it spits you out, Yeah, it twists you out

-
Η διαδρομή για το κάστρο του Novi Sad την ώρα που δύει ο ήλιος και αντανακλάται στον Δούναβη, περνώντας από μια γέφυρα γεμάτη κόσμο και ο αέρας που μυρίζει καλοκαίρι, δάση και μουσικές.

- Η μόνιμη αϋπνία. Το να κοιμηθείς σε συναυλία των Dog Eat Dog είναι πια αποκλειστικό κατόρθωμα. Το καταλαβαίνετε αν τους έχετε δει live.

- Η θέα από το κάστρο(photo), το Novi Sad, ο κόσμος, οι άνθρωποι, το camping, εμείς, το φαγητό.

και πολλά, πολλά άλλα. Κανονικό review για το φεστιβάλ θα γράψω ίσως μια άλλη φορά αλλά αν ενδιαφέρεστε go see EXIT festival.

20060821

είμαστε όλοι μετανάστες

Περπατώ στους δρόμους της Κοζάνης και διαβάζω τους τοίχους μπας και παρηγορηθώ. Μπας και την έχουν κι άλλοι άσχημα σε αυτήν την πόλη, μπας και σκέφτονται κι άλλοι συνέχεια. Όχι ότι δεν ξέρω ότι το κάνουν ή ότι δεν το κάνουν καλά αλλά μου αρέσει να το βλέπω -κυριολεκτικά. Πολλά συνθήματα τα έχω δει και αλλού αλλά παραμένουν επίκαιρα ή αστεία ή έξυπνα ή απλώς 'παίρνω ένα σπρέυ και γράφω ασυναρτησίες'. ΠΑΟΚ, ΑΡΗΣ κτλ πάνε κι έρχονται. 'Αλβανοί είστε και φαίνεστε', ζόρικο και πολύ καλό, ο τύπος μπορεί να μην έχει ιδέα ότι αυτό θα ήταν άνετα στίχος original hip hop. 'Η πρέζα βαράει στον εγκέφαλο', ότι πιο αληθινό για αυτήν την πόλη, και χτυπάει τα καλύτερα παιδιά, οι εξυπνάκηδες το παίρνουν χαμπάρι και την κάνουν όσο ειναι νωρίς. 'Είμαστε όλοι μετανάστες', σε αυτό συγκινήθηκα γιατί είναι μεγάλη αλήθεια, όπως και το 'ο ελεύθερος χρόνος είναι για δυνατούς ανθρώπους'.

Αυτό με το ότι είμαστε όλοι μετανάστες πάντως ήταν πολύ καλό. Αναγνωρίζω την αφέλεια με την οποία μπορεί να το πάρει κανένας και ότι από μετανάστη σε μετανάστη υπάρχει διαφορά αλλά εδώ μιλάμε για ένα σύνθημα που μάλλον απευθύνεται στην ψυχή και όχι σε κοινωνιολόγους, κτλ. It should be interpreted as art (μάλλον αυτό ήθελα πολύ απλά να πω).

Όταν έφυγα από μια χώρα και πήγα να μείνω σε άλλη αναρωτήθηκα σε ποια από τις δύο είναι καλύτερα. Όταν πήγα σε τρίτη αναρωτήθηκα το ίδιο με ίσως περισσότερο κοσμοπολίτικο (μπλιαχ) στυλ. Όταν πήγα σε τέταρτη απλώς έχασα την μπάλα. Και τότε υποψιάστηκα ότι η ερώτηση, καλύτερα εδώ ή εκεί, ίσως έχει γίνει άσχετη για μένα και ίσως καλύτερα να μην προσπαθώ να την απαντήσω γιατί θα χάσω το μυαλό μου. Και όταν επέστρεψα στην πρώτη χώρα που έτυχε να είναι και η περίφημη πατρίδα, ήξερα πολύ καλά ότι πήγαινα σε ένα μέρος τελείως διαφορετικό από αυτό που θυμάμαι ή φαντάζομαι. Σε ένα μέρος άγνωστο.

Αλλά ήταν πρόκληση. Παντού προσαρμόζομαι, εκεί δεν θα μπορέσω; Τεστ προσαρμοστικότητας και νεύρων. Φαινομενικά ίσως τα κατάφερα αλλά κυριολεκτικά νομίζω ότι απέτυχα. Και πάλι πολύ απλά, είναι άθλια εδώ. Αλλά δεν μπορώ, δεν αντέχω να μπαίνω σε συγκρίσεις με το 'αλλού'. Είμαι εδώ, ζω εδώ. Το ξέρω ότι πολλοί εδώ μέσα ζούνε έξω και αναρωτιούνται για πιθανή επιστροφή ή όχι. Και επίσης πολύ ζουν εδώ και την καταριούνται και αυτοί αυτήν την χώρα κάθε μέρα. Άλλοι δεν πήγαν πουθενά και δεν τους βασανίζει κανένα τέτοιο ερώτημα. Προσωπικά για μένα ισχύει ότι 'η Ελλάδα με πονάει όπου και αν είμαι' και ακόμα περισσότερο όταν είμαι εδώ. Αλλά δεν μπορώ να παραπονεθώ όταν ξέρω ότι και στο 'αλλού' είναι χάλια τα πράγματα. Bad outlook on life. Και ένα μόνιμο συναίσθημα ότι εδώ είμαι μετανάστρια. Που 'αλλού' δεν το είχα.

Αυτά τα λίγα και άθλια και ασυνάρτητα είχα να πω και κάποια στιγμή όταν τα γράψω καλύτερα θα κατεβάσω αυτό το post για να βάλω εκείνο.


20060816

2.5 βδομάδες

Να που έσκασε μύτη και η ελληνική Φινλανδία στο blogger. Εκεί πέρασα τις περσυνές διακοπές και σίγουρα μπορώ να πω ελάχιστα για την χώρα σε σύγκριση με τον Ovi. Αλλά πολλές φορές με πιάνει νοσταλγία για μέρη που γνωρίζω ελάχιστα, μια τεράστια όρεξη να δω και άλλα και μια απίστευτη βαρεμάρα στο γραφείο και στη δουλειά μου. Έτσι μάλλον γράφω για την Φινλανδία αυτό το πρωί.

Συνήθως όταν πάω σε ένα μέρος προσπαθώ να τριγυρίσω, να δω όσο πιο πολλά μπορώ, όχι απαραιτήτως αυτά που προορίζονται στο να προσελκύσουν κόσμο, όσο αυτά που συναντάς τυχαία... οι εναλλαγές του τοπίου, τα παγκάκια στο δρόμο ψάχνοντας για supermarket, οι ιστορίες του κάθε αργόσχολου, περίεργου ή απλά φιλικού ατόμου που θα με σταματήσει (ή θα σταματήσω) και θα πιάσω κουβέντα.

Πολλές φορές γυρίζω πίσω εξουθενωμένη, παρόλ' αυτά πλήρως ευχαριστημένη που ήμουν έστω και για λίγες μέρες σε έναν άλλον κόσμο.

Τα πράγματα στην Φινλανδία ήταν απλά. (Απλότητα, η μεγάλη αρετή των Σκανδιναβών αλλά και των Φινλανδών). Έφτασα στο Ελσίνκι την τελευταία μέρα του πρωταθλήματος στίβου. Άφησα τα πράγματα στον ξενώνα και πήγα έξω από το στάδιο όπου τελείωνε ο μαραθώνιος γυναικών και άρχιζε ο τελικός στο ακόντιο. Χώθηκα δίπλα από ένα περίπτερο της NOKIA όπου κερνούσαν κάτι φινλανδέζικα σκληρά ψωμιά με μια άσπρη σως και χωρίς ίχνος ντροπής έφαγα όσο πιο πολύ μπορούσα και γιατί πεινούσα και γιατί ήμουν με ελάχιστα χρήματα και για να γιορτάσω μεγαλοπρεπώς την πρώτη μέρα.

Μετά αποφάσισα να εγκλιματιστώ και πήρα μια μπίρα και έκατσα μπροστά από μια τεράστια οθόνη να δω τον τελικό. Και αφού χαζολόγησα αρκετά άρχισα να περπατώ μέχρι να βραδιάσει όπου συνέχισα να περπατώ με εκείνο το περίεργο συναίσθημα μέσα μου να μου λέει ας δούμε την πόλη από την μία και από την άλλη να διερωτάται αν είναι επικίνδυνα. Μάλλον δεν είναι. Δηλαδή όσοι με πλησίασαν ήταν λιώμα στο μεθύσι και πραγματικά έτοιμοι να πέσουν κάτω. Ένας από αυτούς, ένας κύριος γραβατωμένος και με χαρτοφύλακα μου έλεγε ότι θέλει να μετακομίσει στο Λονδίνο, ένας άλλος τύπος μου έλεγε ότι έχασε το τρένο, αν μπορεί να έρθει να κοιμηθεί στον ξενώνα μου, κτλ κτλ. Επειδή είμαι φοβιτσιάρα, καμιά φορά όταν είναι αργά και σκοτεινά και είμαι μόνη και πλησιάζει κάποιος, προσποιούμαι ότι δεν είμαι καλά, δεν έχω όρεξη, περπατάω σαν χαζό, ότι μπορεί να φανταστεί κανείς... μάλλον θα δείχνω αστεία.. εκει πάντως δεν έπιασε κανένα κόλπο.

Το επόμενο πρωί στην sauna συνάντησα και άλλα άτομα από το σεμινάριο που θα παρακολουθούσα. Δυστυχώς εκείνο το πρωινό πήγε χαμένο γιατί μάλλον το παραέκανα για πρώτη μέρα και γύρισα στο δωμάτιο πλήρως χαλαρωμένη και έτοιμη για ύπνο. Φυσικά επανήλθα γρήγορα. Ξέρετε που λέμε ότι έξω εμείς οι Έλληνες ταιριάζουμε πιο πολύ με Ισπανούς και άλλους Μεσόγειους; Χαζομάρες. Με τους Εσθονούς τα βρήκα και με αυτούς γύρισα όλα τα bar, κάναμε μεταμεσονύκτιο ποδήλατο τον γύρο της πόλης, αναλύσαμε ότι άσχετο ζήτημα μπορεί να προκύψει σε μια παρέα και ούτω καθεξής. Δηλαδή δεν ξέρω πως ταίριασα με αυτούς και όχι με το Ισπανο-ιταλικό team. Και ισπανικά και ιταλικά μιλάω από την μία, και από την άλλη πάντα μπερδεύω που είναι το Talinn και που το Riga. Και όταν εμφανίζεται μια Ελληνίδα σε μια παρέα Εσθονών οι πρώτες εντυπώσεις είναι λίγο σοκαριστικές. Κρύοι, απόμακροι, να προσπαθείς να κάνεις κανένα αστείο και να νομίζεις ότι κανένας δεν το έπιασε και εκεί που δεν το περιμένεις να ξεπετάγονται άνετοι, άμεσοι και άκρως φιλικοί απέναντι σου.

Έχω πολλά να πω για το Ελσίνκι και δεν χωράνε εδώ. Επίσκεψη στην πολεοδομία -καμία σχέση με τη δική μας- και παρουσίαση μιας πόλης όπου μετράνε την απόσταση από κάθε πόρτα μέχρι το κοντινότερο πάρκο και την κοντινότερη παραλία, υπέροχο design σε ρούχα και έπιπλα και απόλυτη ηρεμία. Μοναχικά και έρημα τα βράδια, αρχίζεις και αναρωτιέσαι για κάτι ποσοστά κατάθλιψης που έχεις ακούσει και -έκπληξη- έντονη ζωή το πρωί, φαγητό όλοι μαζί και στο ίδιο τραπέζι με τον κάθε άγνωστο, άλλος να πηγαίνει μετά για τρέξιμο, άλλος για κολύμπι, άλλος για βόλτα. Έφυγα από την πόλη με ένα βαρύ συναίσθημα να μου πλακώνει το στήθος. Δεν ξέρω τι ήταν, μοναξιά ή μοναχικότητα ίσως ή η πραγματικότητα ότι οι Φινλανδοί δεν είναι urban.

Και πήγα στο νησί. Saynatsalo. Όπως έχω προαναφέρει μου αρέσει να τριγυρίζω και σκόπευα να πάω και σε άλλα μέρη, να καταλάβω την ζωή στην Φινλανδία όσο το δυνατόν περισσότερο. Πέρασα το 80% του χρόνου μου στην προβλήτα της φωτογραφίας επάνω. Κυριολεκτώ για τον χρόνο. Εκεί έπαιρνα το sleeping bag και κοιμόμουνα, εκεί έτρωγα, εκεί έκανα κοπάνες από το σεμινάριο, εκεί ετοίμαζα τις παρουσιάσεις για το σεμινάριο, εκεί γνώρισα και όλους τους άλλους που με ακολούθησαν και εκεί αποφάσισα ότι ήταν το καλύτερο μέρος να δει κανένας την Φινλανδία.



Τί είδα λοιπόν. Δάσος και νερό. Τον ήλιο να ανεβαίνει (όχι πολύ ψηλά) και να κατεβαίνει (όχι πολύ χαμηλά). Αλλά πάντα κοντά, να σε τυφλώνει, να σου υπενθυμίζει ότι εδώ είσαι στην άκρη του κόσμου. Τον ουρανό χαμηλό. Και το φως του να αλλάζει στα πιο περίεργα και μαγικά χρώματα, η λίμνη να τα αντανακλά, οι σκιές του δάσους να μακραίνουν και να περιμένεις να δεις ξωτικά.
Θυμάμαι ένα βράδυ, 4 η ώρα ίσως, που τα πάντα γύρω ήταν μπλε. Ουρανός, λίμνη, νομίζω και ο αέρας, ήταν ένα φωτεινό μπλε με αχνές γκρίζες σκιές που ειλικρινά νόμιζα ότι υπάρχει μόνο στο Photoshop. Την αίσθηση του χρόνου την είχα χάσει τελείως, δεν ήξερα τι μέρα είναι, τι ώρα της ημέρας είναι. Και υπενθύμιζα στον εαυτό μου ότι έτσι είναι εδώ, αφέσου σ' αυτό.

Παρέα είχα μια βερολινέζα, την Gabi. Γνωριστήκαμε γιατί κάπνιζε και αυτή. Δίπλα τα sleeping bags, περάσαμε ατελείωτες ώρες, μέρες και νύχτες να κοιτάμε το νερό. Να μη μιλάμε για ώρες, να μιλάμε για πολλές ώρες. Να περπατάμε μισή ώρα εώς το κοντινότερο supermarket να αγοράσουμε cider και ξανά πίσω, να το πιούμε στην sauna, να πέσουμε στη λίμνη και να βγούμε έχοντας χάσει τελείως την αίσθηση της θερμοκρασίας, του ίδιου του σώματος μας. Αυτό γινόταν επί μερόνυχτα. Στο τέλος, σκεφτόμουν συχνά ότι λίγες φίλες μου τις ξέρω τόσο καλά όσο την Gabi. Και όταν βρίσκει κανείς ένα μέρος όπου γίνονται έτσι απλά οι φιλίες, τότε το μέρος γίνεται ακόμα πιο μοναδικό. (Το θυμηθήκαμε το νησάκι πριν λίγους μήνες αργά το βράδυ σε ένα bar στο Βερολίνο και μας φάνηκε τόσο έξω από αυτόν τον κόσμο, σχεδόν μαγικό).

Γυρίσαμε στο Ελσίνκι μόνο για ένα βράδυ. Για ένα πάρτυ σε ένα φινλαδέζικο σπίτι. Η Γερμανίδα και η χάρη μου οι μόνες ξένες. Και οι πιο κοντές, με μεγάλες μύτες, αυτιά, κτλ. Τα ξωτικά και τα trolls. Και περάσαμε τέλεια. Ήταν όλοι άκρως φιλόξενοι και φιλικοί μαζί μας. Μην πειραχτείτε αλλά έχουν την φιλοξενία των Ελλήνων κατά κάποιο τρόπο. Είχαν κάτι που μας έκανε να νιώσουμε άνετα αμέσως. Μάλλον επειδή πάνε και αυτοί σε νησάκια όλο το καλοκαίρι. Εκείνο το βράδυ έφυγε εκείνο το πλάκωμα που είχα νιώσει τις πρώτες μέρες για το Ελσίνκι. Ναι, βοηθάει το αλκοόλ. Αλλά υπάρχουν και οι λίμνες, και τα δάση και το φως αυτής της χώρας.

Οι φωτογραφίες είναι της Gabi. Μου τις έδωσε στο Βερολίνο ....το οποίο είναι μια άλλη ιστορία. Της χρωστάω πολλά kiitos.

Re paidia, pws to leme sta Ellinika? Finlandia, Filandia, Finladia????