Ήρθαν όλοι μαζί. Από παντού. Άλλοι για 2-3 μέρες, άλλοι για όλες τις γιορτές. Κάποιους τους περίμενα, κάποιους τους βρήκα τυχαία έξω. Πολλοί έλειπαν. Είναι αλλού. Πήγαν αλλού. Με παρα πολλούς μιλήσαμε στο τηλέφωνο. Μερικοί το είχαν κλειστό, δεν δέχονται χρόνια πολλά. Τα πότε φεύγεις, πότε ήρθες, πότε θα ξαναέρθεις χιλιοειπωμένα. Και απο ευχές ατελείωτες. Στην αρχή ενθουσιασμός, μετά μια ατελείωτη ζάλη.
Μου έδωσαν ένα βιβλίο, Middlesex λέγεται, το προτείνω. Μου το έδωσε η μαμά μιας φίλης. Κάποιοι καλοί, σκόρπιοι φίλοι μου, ανοργάνωτοι, και μεταξύ ξενυχτιού και πολύ φαγητού φθάσαμε παραμονή Πρωτοχρονιάς να μην ξέρουμε τι θα κάνουμε.
Είχα καταστρώσει σχέδιο.
Να μην κανονίσουμε τίποτα.
Να το αφήσουμε για την τελευταία στιγμή.
Τους επιβεβαίωνα επί μια βδομάδα ότι κάτι θα κάνουμε.
Με ρωτούσαν τι, και τους διαβεβαίωνα ότι η τελευταία στιγμή είναι η καλύτερη για να αποφασίσουμε.
Δεν το πίστευα, με πίστευαν όμως.
Πρόσκληση ανοιχτή σε όσους ήθελαν να ρισκάρουν μαζί μου να μείνουν στην τελική μόνοι τους.
'Ολοι είχαμε προτάσεις για εδώ κι εκεί.
Μπουζούκια, ρεβεγιόν σε σπίτια, πάρτυ, με γονείς.
Πάλι τα ίδια δηλαδή.
Σάββατο πρωί με παίρνουν ένας ένας τηλέφωνο..
-έφθασε η τελευταία στιγμή τι θα κάνουμε;
-Παιδιά δεν ξέρω.
Τους είπα και εγώ ότι στην αλλαγή θα πάω στους γονείς και μετά βρισκόμαστε σπίτι μου.
Στους γονείς είπα ότι θα είμαι με φίλους.
Το σχέδιο στις 6 το απόγευμα της παραμονής ήταν να μείνω μόνη.
Ένας φίλος που με ξέρει καλά κάτι υποπτεύθηκε και είπε ότι αν είναι να μείνω μόνη μου θα έρθει μαζί μου.
Τον διαβεβαίωσα πως όχι.
7 η ώρα.
Μερικά περιοδικά απο εφημερίδες, τσιγάρα, ένα μπουκάλι ουίσκι και ετοιμάζομαι για Πρωτοχρονιά.
Τί κι αν έρθουν οι άλλοι στις 11.30, τί κι αν έρθουν στη 1.
8 η ώρα, η μια φίλη της παρέας πήρε τηλέφωνο να έρθει τελικά μαζί μου. Είχε ξενερώσει με το οπουδήποτε ήταν να πάει.
-Να φέρω τίποτα;
-'Εχω ένα μπουκάλι ουίσκι.
Έφερε και δεύτερο, έφερε και βασιλότουρτα, black forrest παρακαλώ.
Πλακωθήκαμε στο ποτό, πέρασε η ώρα γρήγορα.
11.30 τρέχαμε/παραπατούσαμε στην πλατεία να δούμε τα βεγγαλικά, να πούμε χρόνια πολλά σε παππούδες, γιαγιάδες, μετανάστες που ήταν εκεί.
12.25 πίναμε σφηνάκια με παλιούς/καινούριους φίλους σε αγαπημένο μπαράκι.
12.50 τρέχαμε σπίτι γιατί είχαν καταφθάσει και οι υπόλοιποι της παρέας που έκαναν αλλαγή αλλού. Είχαν κουβαλήσει κι άλλα ποτά, κι άλλο φαγητό, τράπουλες, κιθάρες, ..
Δεν θυμάμαι ακριβώς την εξέλιξη της βραδιάς.
Περάσαμε όλοι καταπληκτικά.